Contenu de sensagent
Lettris
Lettris est un jeu de lettres gravitationnelles proche de Tetris. Chaque lettre qui apparaît descend ; il faut placer les lettres de telle manière que des mots se forment (gauche, droit, haut et bas) et que de la place soit libérée.
boggle
Il s'agit en 3 minutes de trouver le plus grand nombre de mots possibles de trois lettres et plus dans une grille de 16 lettres. Il est aussi possible de jouer avec la grille de 25 cases. Les lettres doivent être adjacentes et les mots les plus longs sont les meilleurs. Participer au concours et enregistrer votre nom dans la liste de meilleurs joueurs ! Jouer
Dictionnaire de la langue française
Principales Références
La plupart des définitions du français sont proposées par SenseGates et comportent un approfondissement avec Littré et plusieurs auteurs techniques spécialisés.
Le dictionnaire des synonymes est surtout dérivé du dictionnaire intégral (TID).
L'encyclopédie française bénéficie de la licence Wikipedia (GNU).
Traduction
Changer la langue cible pour obtenir des traductions.
Astuce: parcourir les champs sémantiques du dictionnaire analogique en plusieurs langues pour mieux apprendre avec sensagent.
Dernières recherches dans le dictionnaire :
calculé en 0.031s
δράση, πράξη — Jpan, たちふるまう, 立ち振る舞う, 行為 - δράση, ενέργεια, πράξη — 行動 - δρόμος, κατεύθυνση, πέρασμα, ροή, τρόπος, τρόπος ενέργειας — こうどうほうしん, しんたい, 方向, 行動方針, 進路, 進退 - performance (fr) - τετελεσμένο γεγονόσ - καρποφορία, πραγματοποίηση, συνειδητοποίηση — 実現, 認識 - ολοκλήρωση — 遂行 - επίτευξη, πραγματοποίηση — かくとく, きょうじゅ, 享受, 獲得 - επίτηδες, εσκεμμένωσ — ことさら, わざと, 態と, 故意に, 殊更 - απόδοση, επίδοση, πράξη — 出来 - παγιώνω — 強化する - βήμα, ενέργεια, μέτρο — 措置 - αξιοποιώ, εκμεταλλεύομαι - ενεργοποιώ, θέτω σε λειτουργία — 動きを起こさせる - διορθώνω, επανορθώνω — 直す - καταχρώμαι - βελτιώνω, διορθώνω, διορθώνω κπ., επανορθώνω, επισκευάζω, θεραπεύω, κάνω κπ. καλά — 改める, 正す, 治す, 訂正する - κύκνειο άσμα — はくちょうのうた, 最後の作品, 白鳥の歌 - οριοθετώ, περιορίζω — 制限する, 限る, 限定する - οριοθετώ, περιορίζω, σημειώνω — 区画する - うけとめる, しめだす, 受け止める, 締め出す, 閉め出す - έχω, προσαρμόζομαι, συνηθίζω σε κτ. — ならす, 慣らす - κάνω - publier en feuilleton (fr) - ενδύομαι κομψώσ, ενδύω κομψώσ, στολίζομαι, στολίζω - κουρδίζω, χορδίζω - αφοσιώνομαι, εμμένω, επιμένω, μπορώ — koshitsu-suru, こつこつやる, し続ける, ねばる, やり通す, 固執する, 尾を引く, 残存する, 粘る, 言い張る, 貫く - : τελειώνω, καταλήγω, τελειώνω, τερματίζομαι, τερματίζω — しまう, 仕舞う, 終える, 終わらせる, 終わる , 終了する - καταπνίγω, συνθλίβω — うちぬく, 打ち抜く, 打ち貫く, 鎮圧する - καθιστώ προσωπικόν, προσωποποιώ - απασχόληση, ασχολία, δραστηριότητα, ενασχόληση — 営み, 活動 - こみいらせる - επιχείρηση — 作戦 - ετοιμάζομαι — 用意する - διαδρομή, πορεία, τροχιά, τρόπος ζωής — いきかた, いきざま, せいかつほう, 生き方, 生き様, 生活法, 通路 - διευρύνω, επεκτείνω — わかれでる, 分かれ出る - γεμίζω, γεμίζω μέχρι επάνω — 満たす - οριστικοποιώ — 結末をつける - 調和させる - 調和する - διεκπεραιώνω, ολοκληρώνω — やっつける, やっ付ける, やり終える, 遣っつける, 遣っ付ける - επεξεργάζομαι — 処理する - καθαρίζω - απαθανατίζω — 不滅にする - απασχόληση, δουλειά, εργασία, προϊόν εργασίας, πόστο — 仕事, 仕事ぶり, 仕事場, 努力, 勤務先, 職 - εργασίες, εφαρμογή, ισχύς, λειτουργία — 実施 - service (fr) - δουλειά, εργασία, κάματος — しんく, しんろう, ろう, ろうえき, ろうく, ろうさく, ろうどう, ろうりょく, 労, 労作, 労働, 労力, 労動, 労役, 労苦, 辛労, 辛苦 - άσκηση, επώδυνη προσπάθεια, κόπος, μόχθος, χρήση — きんろう, どりょく, りっこう, りょっこう, 力行, 努力, 勤労, 行使 - てさぎょう, てしごと, ろうどう, 労働, 労動, 手仕事, 手作業 - αμελώ, παραβλέπω, παραλείπω, παραμελώ — 見落す - αποκλείω, εξαιρώ, παρακάμπτω, παραλείπω — ぬかす, 省く, 除外する - δίνω οδηγίες, καθορίζω — ねかせる, 寝かせる - すみこむ, 住み込む, 飲み込む - αγγαρεία — zatsumu, zatsuyō, ざつえき, 雑務, 雑役, 雑用 - λειτούργημα - τόπος — 場所 - βούλομαι, επιθυμώ, θέλω, ποθώ — 望む, 欲しい , ~したい - υποχρέωση - αποστολή, θέλημα — おつかい, お使い, しめい, つかい, ようむき, 任務, 使い, 使い走り, 使命, 用向き, 遣い - παγιδεύω και βγάζω κπ. από το παιχνίδι — ひっかける - απόπειρα, απόπειρα L, δοκιμή, κόπος, προσπάθεια — ごらん, ご覧, トライ, 企て, 努力, 御覧, 試み - donner (fr) - έργο, εργάτες, εργατικό δυναμικό — 労働者 - διαγράφω, σβήνω — けずる, しめだす, ふさぐ, 削る, 削除する, 塞ぐ, 壅ぐ, 消す, 締め出す, 閉め出す - αποφεύγω — 避ける - απαρνιέμαι, αποκηρύσσω, αποκηρύττω, αρνούμαι - αφιερώνω, αφοσιώνομαι, δίνω — ささげる - παραβλέπω, συγχωρώ — 大目に見る, 許す - ぐんじにんむ, 軍事任務 - εξακολούθηση — 継続 - επανάληψη — くりかえし, くり返し, 繰り返し - διαδικασία — かてい, てじゅん, 手順, 流儀, 過程 - travestissement (fr) - しきんせんじょう, マネーロンダリング, 資金洗浄 - ομάδα δράσης - accorder, donner (fr) - αναγνωρίζω ήττα, αποτυγχάνω — 捨てられる - διαχείριση - κυριαρχώ, κυριεύω, ξεπερνώ, υπερνικώ, υπερπηδώ — 乗り越える, 克服 , 征服する , 打ち勝つ, ~を制する - ετοιμασία, προετοιμασία, προπαρασκευή — 準備, 用意 - 束縛 - διασφαλίζω, προστατεύω — たすける, まもる , 保護する, 助ける, 守る - αγωγή, ανατροφή, πράξεις — ふるまい, 行い - ικανοποιώ, φουσκώνω — 満たす - απέχω, αποφεύγω, δε συμμετέχω, εγκρατεύομαι — 控える - εκούσιος, εκ προθέσεως, εσκεμμένος, σκόπιμος — 故意の - μαζεύω — あつめる, まとめる, 採取する, 纏める, 集める - εμφυτεύω, ενθέτω, μπήγω, μπαίνω — 入, 入る - めく - έχω, εξουσιάζω, κατακρατώ - introduire (fr) - κάνω — 作る - αναπτύσσομαι, αναπτύσσω — 発達する - εισάγω, πρωτοεφαρμόζω, πρωτοπορώ, πρωτοχρησιμοποιώ — 開拓する - κάνω, προκαλώ, προξενώ — 引き起こす - αρχίζω, ιδρύω — 設ける, 設立する - επεξεργάζομαι, κατεργάζομαι - παίζω — 上演される, 演じる - παίζομαι, παίζω μουσικό όργανο — 演奏する - παίζω — 出す, 演じる - παίζω — 上演される, 演じる - καλλιεργώ - χωρίζω — 分割する, 別れる - soumettre (fr) - βάζω, καθορίζω, ορίζω - βάζω κπ. να δουλεύει, δουλεύω, εργάζομαι — 働く - τροφοδοτώ, τροφοδοτώ με καύσιμα — かき立てる, 火をたく - αποπειρώμαι, δοκιμάζω, επιδιώκω, επιζητώ, επιχειρώ, θέτω σε δοκιμασία, προσπαθώ — やってみる, 悩ます, 試してみる, ~しようとする - πασχίζω, προσπαθώ — つとめる, はげむ, 努める, 努力する, 励む, 務める, 勤める - αναβάλλω — くりさがる, くりさげる, くりのべる, のばす, ほうじる, またの機会によろしく, みあわせる, 伸ばす, 報じる, 延ばす, 延期する, 繰り下がる, 繰り下げる, 繰り延べる, 繰延べる, 見合わせる - ακολουθώ, μιμούμαι, υιοθετώ — まねする - προοδεύω, προχωρώ, συνεχίζομαι, συνεχίζω, συνεχίζω να κάνω κτ., συνεχίζω παρά τις δυσκολίες — がんばる, やってゆく, 継続する, 続けて~する, 続ける, 進む - おしとおす, とおす, もちつづける, 徹す, 押し通す, 持ち続ける, 透す, 通す - comportemental (fr) - σε καλή λειτουργική κατάσταση — 運転可能な - έργο — 仕事 - επιθυμία, θέληση — 意欲 - φορά — たび, 度 - さいこうりん, さいらい, さいりん, 再来, 再臨, 再降臨[Domaine]
-