Contenu de sensagent

  • définitions
  • synonymes
  • antonymes
  • encyclopédie

Lettris

Lettris est un jeu de lettres gravitationnelles proche de Tetris. Chaque lettre qui apparaît descend ; il faut placer les lettres de telle manière que des mots se forment (gauche, droit, haut et bas) et que de la place soit libérée.

boggle

Il s'agit en 3 minutes de trouver le plus grand nombre de mots possibles de trois lettres et plus dans une grille de 16 lettres. Il est aussi possible de jouer avec la grille de 25 cases. Les lettres doivent être adjacentes et les mots les plus longs sont les meilleurs. Participer au concours et enregistrer votre nom dans la liste de meilleurs joueurs ! Jouer

Dictionnaire de la langue française
Principales Références

La plupart des définitions du français sont proposées par SenseGates et comportent un approfondissement avec Littré et plusieurs auteurs techniques spécialisés.
Le dictionnaire des synonymes est surtout dérivé du dictionnaire intégral (TID).
L'encyclopédie française bénéficie de la licence Wikipedia (GNU).

Traduction

Changer la langue cible pour obtenir des traductions.
Astuce: parcourir les champs sémantiques du dictionnaire analogique en plusieurs langues pour mieux apprendre avec sensagent.

Dernières recherches dans le dictionnaire :

calculé en 0.015s


 » 

dictionnaire analogique

concrétiser (fr) - αντιλαμβάνομαι - βιώνω, ζω - αφήνω πίσω, ξεχνάω, ξεχνιέμαι, ξεχνώ, παραφέρομαι - ταυτίζω - κάνω, καταλαβαίνω, λύνω, ξεδιαλύνω - αναλύω - αναλύω λέξη, αναλύω πρόταση, τεχνολογώ - ταξινομώ - ελέγχω - πιστοποιώ - αξίζω, αξιολογώ, εκτιμώ - réifier (fr) - εκτιμώ, εκτιμώ ιδιαίτερα, θεωρώ κπ. ή κτ. πολύτιμο, υπολήπτομαι - αποτιμώ, εκτιμώ - décider (fr) - εποφθαλμιώ - εννοώ, θέλω - προτίθεμαι, σκοπεύω - calculer (fr) - συνδέομαι, συνδέω, συσχετίζω - constater (fr) - επικεντρώνω, εστιάζω, κεντράρω - concentrer, focaliser (fr) - αποδέχομαι κτ., δέχομαι υπομονετικά, συμφιλιώνομαι - considérer, prendre en considération, réfléchir (fr) - μελετώ, σταθμίζω, συζητώ - υποπτεύομαι, υποψιάζομαι - χρειάζομαι - introspectif, introverti (fr) - συλλαμβάνω - déchaîner, enflammer (fr) - ανάβω, αρπάζομαι, γίνομαι μπαρούτι, εξάπτομαι, ερεθίζομαι - αρνούμαι να έχω, αψηφώ, καταφρονώ, κοροϊδεύω, περιφρονώ - αγαπώ, προστατεύω, τρέφω ενδόμυχα την ελπίδα - αγαπώ πάρα πολύ, θαυμάζω πάρα πολύ, λατρεύω, τιμώ - σέβομαι, τιμώ - προκαλώ φρίκη, σοκάρω - αναστατώνω, αποθαρρύνω, διαταράσσω, ξεσηκώνω, ταράζω - mourir (fr) - λαχταρώ, πεθαίνω, υποφέρω - αποθαρρύνω, αποκαρδιώνω, εκφοβίζω, πτοώ, τρομοκρατώ - εξαγριώνω, εξοργίζω - αποσπώ την προσοχή κπ., βάζω στον κόπο, βασανίζω, δαιμονίζω, εισβάλλω, εκνευρίζω, ενοχλώ, εξοργίζω, μπαίνω ανενόχλητος, πάω κόντρα σε κπ., πειράζω - αναστατώνω, απορυθμίζω, αποσυντονίζω, διαταράσσω, εξοργίζω, συγχίζω, ταράζω, ταράσσω, φέρνω σε δύσκολη θέση - μπερδεύω, προκαλώ σύχγυση, σαστίζω - εμπλέκομαι σε οικονομικά προβλήματα, ντροπιάζω, προσβάλλω, φέρνω σε δύσκολη θέση - απογοητεύω, αποτυγχάνω να βοηθήσω σε κτ. - εξευτελίζω, μειώνω, ταπεινώνω - αναπτερώνω, εγκαρδιώνω, εμψυχώνω, ενθαρρύνω - εγκαρδιώνω, εμψυχώνω, ξαναζωντανεύω - abattre (fr) - κάνω ευχή - επιθυμώ, εύχομαι, θέλω, λαχταρώ - καίγομαι - προσεκτικός, συνετός - βρίσκω - γνωστικός - αντίληψη, προσήλωση, προσοχή[Domaine]

-